- Ναβάχο
- (Navaho ή Navajos). Φυλή ιθαγενών των νοτιοδυτικών ΗΠΑ εγκατεστημένη, μαζί με τους Απάτσι, σε μια μεγάλη έκταση της βορειοανατολικής Αριζόνα, η οποία θεωρείται η μεγαλύτερη από τις προορισμένες ειδικά για Ινδιάνους περιοχές. Οι Ν. μιλούν μια διάλεκτο της αθαμπασκικής ομάδας, αλλά έχουν τα σωματικά χαρακτηριστικά του πουεμπλο-ανδικού τύπου ο οποίος διαφέρει από εκείνον των άλλων Αμερινδιάνων, εξαιτίας των τονισμένων ευρωποειδών χαρακτήρων του. Γεωργοί με μόνιμη διαμονή, έχτισαν πολυάριθμα χωριά (pueblos), πολλά από τα οποία καταστράφηκαν κατά τους πολέμους με το Μεξικό και τις ΗΠΑ· σήμερα ζουν συνήθως σε συγχρονισμένα χωριά, αν και διάφορες φυλές κατοικούν σε καινούργια pueblos, χτισμένα μέσα στη ρεζέρβα. Οι N., των οποίων ο αριθμός αυξάνεται συνεχώς και σήμερα υπερβαίνουν τα 100.000 άτομα, τείνουν να ενσωματωθούν στην κοινωνική δομή των ΗΠΑ και ν’ αφομοιώσουν τα ήθη τους. Ακόμα όμως διατηρούνται ζωντανές πολλές από τις παλιές παραδόσεις τους, προπάντων όσες έχουν σχέση με τη θρησκεία και τη μαγεία.
Dictionary of Greek. 2013.